Αν έγραφα κάτι καινούριο μια μέρα σαν και αυτή, θα ήταν σα να κοροϊδεύω τον εαυτό μου. Γιατί όσα σκέφτηκα και συνεχίζω να σκέφτομαι για το Δημήτρη Μητροπάνο, τα αποτύπωσα λίγο πολύ, μερικές ώρες μετά τη «φυγή» του από τούτο τον κόσμο πριν τέσσερα ακριβώς χρόνια, σαν σήμερα. Αρχικά, σε  ηλεκτρονική, αλλά δύο χρόνια μετά και στο χαρτί… εμπλουτισμένα. Είχα να πω και να γράψω και άλλα, φαίνεται…

fwtomesa

Σας παραθέτω λοιπόν, ως ελάχιστη τιμή και ως… δικό μου μνημόσυνο στο γίγαντα Μητροπάνο, το 11ο κεφάλαιο από το βιβλίο μου «Πάντα εκεί… μαγικό», με τον τίτλο «Μια στάση εδώ…». Ένα κομμάτι που αφιερώνεται εξ ολοκλήρου στον Έλληνα τραγουδιστή, μέσα από τις σκέψεις του «Ν7», του, ας πούμε, «ήρωα» της πρώτης μου συγγραφικής προσπάθειας:

Αγαπημένο παίκτη δεν είχε. Σίγουρα, η αποχώρηση του τεράστιου Τζιοβάνι τον είχε συγκινήσει ιδιαιτέρως, καθώς τα χρόνια που μάγευε με την μπάλα στα πόδια δεν ήταν εύκολο να ξεχαστούν. Και πάλι όμως, ο Ν7 δεν είχε χαρακτηρίσει ποτέ κάποιον «αγαπημένο» του. Σημασία είχε να προσφέρουν ουσιαστικά οι εκάστοτε παίκτες στην ομάδα και τίποτα άλλο.

Όπως δεν είχε ξεχωρίσει κάποιον αγαπημένο παίκτη από το Σύλλογο συνολικά του Ολυμπιακού, έτσι δεν είχε ξεχωρίσει και σε επίπεδο μουσικής, κινηματογράφου ή από οποιαδήποτε άλλο χώρο κάποια προσωπικότητα. Ούτε καν σαν πιτσιρικάς.

Το αστείο ήταν ότι, πολλές φορές, όταν ο Ν7 θαύμαζε κάποιον διάσημο από τον καλλιτεχνικό χώρο, έθετε ως κριτήριο το ποια ομάδα μπορεί να υποστήριζε αυτός. Από το χώρο του λαϊκού τραγουδιού, που δεν περιλαμβανόταν και τόσο στις μουσικές του προτιμήσεις, ξεχώριζε τον Πασχάλη Τερζή και το Δημήτρη Μητροπάνο. Ο πρώτος ήταν οπαδός του Ηρακλή. Λίγο το κακό… Ο Μητροπάνος όμως ήταν γαύρος. Πολύ γαύρος…

Πέρα από το ότι κάποια τραγούδια του και η «θεία» φωνή του Μητροπάνου συνέπαιρναν πραγματικά το Ν7 -κάποια ερωτικά κομμάτια του τα είχε αφιερώσει στη μεγάλη καψούρα του από το Ρέθυμνο-, κέρδιζε πολλούς πόντους εκτίμησης και θαυμασμού για το ότι αγαπούσε τα ερυθρόλευκα.

Το να αφιέρωνε, λοιπόν, λίγες γραμμές σε αυτόν τον τεράστιο τραγουδιστή και γαύρο μετά το θάνατό του, ήταν κάτι εύκολο, αλλά εξίσου σημαντικό και αναγκαίο για το Ν7. Κάτι σαν το αφιέρωμά του για τα 21 παιδιά της Θύρας 7 που είχε ακολουθήσει.

Ο τίτλος «Μια στάση εδώ», από το ομώνυμο τραγούδι που είχε ερμηνεύσει ο μεγάλος Δημήτρης Μητροπάνος, ήταν ίσως ο πιο αυθόρμητος τίτλος που είχε δώσει ποτέ σε κείμενό του ο Ν7. Το σχετικό κείμενο που ακολουθεί, δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 2012 στο μπλογκ «Στη Γαλέρα» (stigalera.wordpress.com) και ένα χρόνο μετά στην εφημερίδα (Ρέθεμνος), όπου δούλευε:

‘‘Μια στάση εδώ…

Τόσα και τόσα γράφτηκαν τις προηγούμενες μέρες για το Δημήτρη Μητροπάνο, τον τελευταίο ίσως μεγάλο, πραγματικά, λαϊκό τραγουδιστή, που δεν είναι πια στη ζωή. Για το μάγκα, το λεβέντη, το γαύρο, το γίγαντα Μητροπάνο δεν άντεξα να μην κάνω «μια στάση εδώ» και να αφιερώσω λίγες γραμμές στο κατάστρωμα της Γαλέρας. Διότι τέτοιοι άνθρωποι αξίζουν…

Είτε είσαι μεταλλάς είτε σκυλάς, είτε ροκάς είτε οπαδός των mainstream ακουσμάτων και των εμπορικών ελληνικών σκουπιδιών με διάρκεια ζωής λίγων μηνών, ο Μητροπάνος είχε χώρο στις μουσικές σου προτιμήσεις, απλά και μόνο τυχαία ακούγοντάς τον, όταν ακόμα η φωνή του ήταν πιο ψιλή, να τραγουδά τον ύψιστο και «ιστορικό» στίχο «Αλίμονο σε αυτούς που δεν αγάπησαν, αλίμονο σ΄ αυτούς που δε δακρύσανε ζωή». Πόσο μάλλον, όταν ακούς από το πιάνο του Θ. Μικρούτσικου την εισαγωγή της «Ρόζας» στην πρώτη της εκτέλεση και το Μητροπάνο στη συνέχεια να «απορεί» «πως η ανάγκη γίνεται ιστορία»…

Ήταν μάγκας γιατί έτριψε στα μούτρα στην κυβέρνηση την προσφορά για τη συνηθισμένη και τυπική κίνηση, κάποιος που έχει τη λαϊκή αναγνώριση να θάβεται δημοσία δαπάνη, καθώς δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να επιβαρύνει το ελληνικό κράτος, κοινώς τους συμπολίτες του. Μάγκας, αξιοπρεπής, πραγματικός αριστερός και λαϊκός ακόμα και μετά θάνατον…

Ήταν λεβέντης γιατί το χρόνιο πρόβλημα υγείας του δεν του έκοψε τα φτερά, δεν το έβαλε κάτω και δε σταμάτησε να κάνει αυτό που ήξερε καλά εδώ και δεκαετίες: να τραγουδάει και η φωνή του να σε αγγίζει στην ψυχή και να σου σηκώνει την τρίχα, κερδίζοντας επάξια μια θέση μαζί με τους μεγάλους ερμηνευτές της ξενιτιάς, της νοσταλγίας, όπως ο Καζαντζίδης, ο Μπιθικώτσης και άλλοι γίγαντες του πραγματικού λαϊκού τραγουδιού. Επίσης, ήταν ο μόνος ή έστω από τους λίγους που μπόρεσε να τραγουδήσει επάξια τραγούδια των «μεγάλων» του παρελθόντος…

Πέρα από τις μεγάλες του αγάπες, που ήταν η οικογένειά του και πολυτραγουδισμένη από τον ίδιο, «μάνα» Θεσσαλονίκη, μια άλλη του αγάπη που του έδινε δύναμη και χαρά ήταν ο Ολυμπιακός. Αν και λίγο οξύμωρο λόγω της βορειοελλαδίτικης καταγωγής του, ο Θρύλος ήταν η αγαπημένη του ομάδα, ένα από τα αποκούμπια του, ένας από τους λεβέντικους τρόπους ζωής του…

Δημήτρη Μητροπάνο το ελληνικό τραγούδι, ό, τι έχει απομείνει από αυτό, είναι ακόμα πιο φτωχό. Καλό σου ταξίδι. Ας ελπίσουμε εκεί που πας τώρα να «πουλάν καρδιές», γιατί δυστυχώς στον επίγειο κόσμο έχουν εκλείψει…’’