Συνήθως τα αφιερώματα -τα δικά μας και γενικότερα των γραπτών, και όχι μόνο, ΜΜΕ- αναλώνονται στο να αποθεώνουν μεγάλους παικταράδες των γηπέδων, είτε όταν αυτοί γιορτάζουν, είτε όταν αποχωρούν από την ενεργό δράση ή όταν «φεύγουν». Το σημερινό μικρό αφιέρωμα θέλει να κάνει τη διαφορά, αναφερόμενο σε έναν παίκτη «αντιστάρ», ο οποίος αποτέλεσε συνήθως δεύτερη ή αναγκαστική λύση για την 11άδα τα χρόνια που αγωνίστηκε στο πιο «μεγάλο» κλαμπ, έναν πάντα πιστό στρατιώτη, με τόση ψυχή, δυσανάλογη με τα σωματικά του προσόντα. Ο λόγος φυσικά για τον Τάσο Πάντο ή «Παντίνιο» όπως τον “βάφτισαν” κάποιοι, ο οποίος σήμερα κλείνει τα 40 του χρόνια!

Ο μικρός αυτός «γίγαντας», που βλέπει τη γη από τα 1, 70 μ., γεννήθηκε το 1976 και η μοίρα το έφερε να έχει γεννηθεί την ίδια μέρα με τον Καρλ Μαρξ (1818), με διαφορά ενάμιση και πλέον αιώνα. Γι’ αυτό ίσως όμως να βγήκε ακάματος εργάτης της μπάλας. Όσο για τα στοιχεία που χαρακτήριζαν την ποδοσφαιρική του προσωπικότητα; Ταπεινός, σοβαρός πάντα, σκληρός, γρήγορος, όχι καλός τεχνίτης της μπάλας, ούτε πολύ καλός πασαδόρος και ενίοτε άγαρμπος. Για σκοράρισμα δε ούτε λόγος, πέρα από λιγοστά τέρματα στα χρόνια του στην Προοδευτική, όπου και μεγάλωσε ποδοσφαιρικά. Ήταν όμως μαχητής από τους λίγους, που δεν πρόδιδε την εμπιστοσύνη του προπονητή του όταν τον έριχνε στη μάχη (ουκ ολίγες φορές ο υπέρμετρος ζήλος του μάλιστα ανάγκαζε τους διαιτητές να του καταλογίσουν πολύ γρήγορα την ποινή της κίτρινης κάρτας ). Δύναμή του, η ψυχή του!

fwto1

Το 2004 είχε έρθει η ώρα για το μεγάλο βήμα στην καριέρα του, ερχόμενος στη μεγαλύτερη ομάδα του Λιμανιού, σε μια εποχή που όπως αποδείχτηκε ένας κύκλος έπρεπε να κλείσει. Στο άνοιγμα του νέου κύκλου του Ολυμπιακού όμως, ο Τάσος ήταν εκεί, πάντα πρόθυμος να προσφέρει τις υπηρεσίες του, σε όλα τα παιχνίδια και σε όλες τις διοργανώσεις.

Με τη φανέλα των ερυθρολεύκων καθιερώθηκε ως δεξί μπακ, που συνήθως ερχόταν από τον πάγκο, αλλά ουκ ολίγες φορές κλήθηκε να αναλάβει το ρόλο βασικού και επιπλέον αυτόν του αριστερού πλάγιου οπισθοφύλακα, αν και δεξιοπόδαρος. Από το αριστερό άκρο, άλλωστε, είχε ξεκινήσει και το ταπεινό του «ελαφρύ» τρέξιμο, όταν ένα Καραϊσκάκη εκστασιασμένο φώναζε σύσσωμο “Τάσος Πάντος οέ οέ οέ” σε μια 4άρα απέναντι στο Λεβαδειακό, καλώντας τον να σκοράρει από την άσπρη βούλα και να πετύχει επιτέλους ένα γκολ με τα χρώματα του Ολυμπιακού. Ούτε τότε όμως το κατάφερε, με τον κατά συνθήκη προστάτη της εστίας αμυντικό Ανδράλα (είχε αποβληθεί ο πορτιέρο των Βοιωτών) να του αποκρούει το πέναλτι. Ο Τάσος τραβούσε τότε τα μαλλιά του, την ώρα που η ακόμη μεγαλύτερη αποθέωσή του από τον κόσμο στο Φάληρο έμοιαζε με μια… προσωπική φιέστα!

Φιέστες πάντως… ομαδικές, ο Πάντος έζησε πολλές, στα εφτά του χρόνια στο Λιμάνι (2003-2010), με 4 νταμπλ (2004-2005, 2005-2006, 2007-2008, 2008-2009) και ένα πρωτάθλημα το 2006-2007, συν μία πρόκριση στους «16» του Τσάμπιονς Λιγκ την ίδια χρονιά. Έζησε δε δύο χρόνια πλάι στον Τζιοβάνι, άλλα τρία κοντά στο Ρίμπο και σε άλλους “λάτιν” παικταράδες, συνεπώς το προσωνύμιο «Παντίνιο» θα… ερχόταν φυσιολογικά!

Σε ένα από τα τελευταία του ντέρμπι με την ερυθρόλευκη, μάλιστα (το 2-0 του Νοέμβρη του 2009), ο Τάσος είχε κοντέψει να πάρει τη δόξα από τον ΜVP Μήτρογλου και να κάνει το 3-0 απέναντι στον Παναθηναϊκό! Το πλασαριστό του σουτ όμως, με το κακό του αριστερό πόδι μάλιστα λίγο έξω από την περιοχή έφυγε άουτ, με την μπάλα να περνά λίγο πάνω από το οριζόντιο δοκάρι των «πρασίνων». Είχε δηλώσει τότε αστειευόμενος: «Δεν το έβαλα, γιατί θα έπεφταν τα τσιμέντα». Πόση αλήθεια όμως ενείχε αυτό το αστείο του;

fwto2

Γιατί ήταν ένας παίκτης που αγαπήθηκε όσο λίγοι. Γιατί εκτιμήθηκε και από τον τελευταίο απαιτητικό φίλαθλο ή οπαδό, που ζητά παικταράδες σε όλες τις γραμμές του γηπέδου, αφού ήταν φανερό πως πάντα, ό, τι μπορεί, το δίνει στην ομάδα του και με το παραπάνω. Γιατί όση μπάλα, ομολογουμένως, δεν ήξερε, τόση ψυχή είχε, χαρακτηριστικό που θύμιζε άλλες εποχές, πιο αγνές και άλλες νοοτροπίες παικτών.

Αυτός λίγο-πολύ ήταν ο Τάσος Πάντος, που το 2013 έκλεισε την επαγγελματική του καριέρα στο χορτάρι, φορώντας τη φανέλα του ΠΑΣ Γιάννενα. Και για να μην τον αδικούμε αναφορικά με τη γνώση της «στρογγυλής», αυτό που θυμούνται σίγουρα οι φίλοι των Πειραιωτών, του «αιωνίου», αλλά και συνολικά του ποδοσφαίρου είναι η σέντρα από τα δεξιά για το εκπληκτικό 4-0 του Λέονελ Νούνιες, το Γενάρη του 2008 στο ματς Κυπέλλου στο Φάληρο. Μια μαγική σέντρα, για ένα ακόμη πιο μαγικό γκολ…